Γλώσσες

Text Resize

-A A +A

Ορόσημα της Ε.Ε.

Ορόσημα της ΕΕ

Ιστορικά οι ρίζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανάγονται στην επομένη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες ήταν αποφασισμένοι να εμποδίσουν την επανάληψη ανάλογης αιματοχυσίας και καταστροφής. Σύντομα μετά τη λήξη του πολέμου αποφάσισαν την ενίσχυση της οικονομικής συνεργασίας προκειμένου να αποτρέψουν συγκρούσεις μεταξύ γειτόνων, στη βάση της λογικής ότι κράτη που διατηρούν εμπορικές σχέσεις καθίστανται οικονομικά αλληλεξαρτώμενα και με τον τρόπο αυτό αποφεύγονται συγκρούσεις και πόλεμοι.

Πραγματικά, το πρώτο ορόσημο για την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση τέθηκε στις 9 Μαΐου 1950 από τον Γάλλο Υπουργό Εξωτερικών Robert Schuman. Σε ομιλία του στο Παρίσι, πρότεινε ένα νέο σχέδιο, γνωστό ως "Σχέδιο Σουμάν", για στενότερη πολιτική συνεργασία στην Ευρώπη, η οποία θα καθιστούσε τον πόλεμο μεταξύ των ευρωπαϊκών εθνών όχι απλώς αδιανόητο αλλά και αδύνατο από υλικής απόψεως και με τον τρόπο αυτό θα διασφάλιζε διαρκή ειρήνη.

 

"Πατέρες της Ευρώπης" (παραγωγή 2010)
Πηγή: EuroparlTV

 

Διαβάστε περισσότερα για την ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης

Και όντως τόσο σε περιόδους ηρεμίας όσο και αναστάτωσης, σε καλές και κακές εποχές, η ΕΕ κατόρθωσε να ασκεί πάντοτε γοητεία, όπως αποδεικνύεται από τις συνεχείς διευρύνσεις, γοητεία που συνδέεται εγγενώς με έννοιες όπως η σταθερότητα, η ασφάλεια, η οικονομική ανάπτυξη, η ειρήνη.

Εξήντα τρία χρόνια αργότερα, δεδομένης και της τρέχουσας οικονομικής κρίσης, οι αξίες αυτές παραμένουν επίκαιρες. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, είναι ανάγκη να αναλογιστούμε και να ανακαλύψουμε εκ νέου τις κοινές ευρωπαϊκές αξίες μας, οι οποίες αποτελούν αναπόσπαστο τμήμα του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.

Τις αξίες της δημοκρατίας, της ελευθερίας, του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της αλληλοκατανόησης και της αλληλεγγύης –αξίες που στην εποχή μας βάλλονται από ιδεολογίες που μοιράζονται τις ρίζες τους με εκείνες που κάποτε αιματοκύλισαν την Ευρώπη. Σήμερα περισσότερο από ποτέ, η συλλογική δράση και η ατράνταχτη πίστη στο ευρωπαϊκό όραμα αποτελούν την πυξίδα μας για την αντιμετώπιση όλων των κοινωνικών, οικονομικών και περιβαλλοντικών προκλήσεων που τίθενται στις κοινωνίες μας.

Τα οφέλη της Ένωσης για τα κράτη-μέλη είναι πολυάριθμα και υπερσκελίζουν πιθανά μειονεκτήματα καθιστώντας αδιανόητη την έξοδο από την ΕΕ. Συσφίγγοντας τις σχέσεις τους, τα κράτη-μέλη μπορούν να επιτύχουν περισσότερα για τους πολίτες τους. Μόνο μαζί μπορούμε να αντιμετωπίσουμε τις σύγχρονες προκλήσεις. Ενωμένοι στην «διαρκώς στενότερη» Ένωσή μας.

Ακολουθεί σύντομη σύνοψη των βασικών οροσήμων στην εξέλιξη της ΕΕ.

 

Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα

Στη βάση του «Σχεδίου Σουμάν», έξι ευρωπαϊκά κράτη έθεσαν τις βάσεις συνεργασίας υψηλού επιπέδου υπογράφοντας συνθήκη ενοποίησης της βαριάς βιομηχανίας τους –άνθρακα και χάλυβα– υπό κοινή διεύθυνση. Σκοπός της συνεργασίας αυτής ήταν η δημιουργία αλληλεξάρτησης στους τομείς του άνθρακα και χάλυβα, υλικών κρίσιμων για την πολεμική βιομηχανία, αλλά και σημαντικών για το εμπόριο.

Η «Συνθήκη των Παρισίων», με την οποία ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), υπογράφηκε στις 18 Απριλίου 1951 από τα έξι  ιδρυτικά κράτη-μέλη: Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Λουξεμβούργο και Ολλανδία.

Η ίδρυση της ΕΚΑΧ αποδείχθηκε επιτυχής και η μικρή αρχικά Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα εξελίχθηκε στην Ευρωπαϊκή Ένωση των 28 κρατών-μελών και περίπου 500 εκατομμυρίων πολιτών. Σειρά συνθηκών που ακολούθησαν σηματοδοτούν την εξέλιξη της ΕΚΑΧ στην Ευρωπαϊκή Ένωση που σήμερα γνωρίζουμε.

Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα

Στις 25 Μαρτίου 1957 στη Ρώμη, τα έξι ιδρυτικά μέλη υπέγραψαν δύο νέες συνθήκες για την επέκταση της συνεργασίας τους και σε άλλους τομείς: με την πρώτη εξ αυτών ιδρύθηκε η Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ) και με τη δεύτερη η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Ατομικής Ενέργειας, γνωστή κυρίως ως Ευρατόμ. 

Οι δύο συνθήκες οδήγησαν στη δημιουργία τελωνειακής ένωσης, κοινής αγοράς θεμελιωμένης στην αρχή της ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίου, αγαθών, υπηρεσιών και ανθρώπων και ενός πλαισίου συντονισμένης ερευνητικής συνεργασίας στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας.

Το 1965, κατόπιν πρωτοβουλίας της ολλανδικής κυβέρνησης, τα έξι κράτη-μέλη συμφώνησαν στη συγχώνευση των θεσμικών οργάνων των τριών Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων –ΕΚΑΧ, ΕΟΚ, ΕΥΡΑΤΟΜ–  σε ενιαίο πλαίσιο για την «Ευρωπαϊκή Κοινότητα», με ενιαία Επιτροπή και ενιαίο Συμβούλιο(έναρξη ισχύος το 1967).

Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη

Η Ενιαία Ευρωπαϊκή Πράξη που υπογράφηκε στις 17 Φεβρουαρίου 1986 στο Λουξεμβούργο αποτελεί αναθεώρηση της Συνθήκης της Ρώμης προκειμένου να προχωρήσει η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και να υλοποιηθεί η εσωτερική αγορά. Με αυτήν τροποποιήθηκαν οι κανόνες λειτουργίας των ευρωπαϊκών θεσμών και διευρύνθηκαν οι κοινοτικές αρμοδιότητες στους τομείς της έρευνας και ανάπτυξης, του περιβάλλοντος και της κοινής εξωτερικής πολιτικής.

Η Συνθήκη του Μάαστριχτ

Η Συνθήκη για την Ευρωπαϊκή Ένωση, γνωστή και ως  Συνθήκη του Μάαστριχτ,  η οποία υπογράφηκε στις 7 Φεβρουαρίου 1992, σηματοδοτεί μια νέα εποχή στην πορεία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, καθόσον επεκτείνει την ευρωπαϊκή συνεργασία σε τομείς πέραν της οικονομίας, ανοίγοντας το δρόμο προς την πολιτική ολοκλήρωση.

Η Συνθήκη του Μάαστριχτ δημιουργεί μία Ευρωπαϊκή Ένωση που αποτελείται από τρεις πυλώνες: τις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, την κοινή εξωτερική πολιτική και πολιτική ασφαλείας (ΚΕΠΠΑ) και την αστυνομική και δικαστική συνεργασία σε ποινικές υποθέσεις (ΔΕΥ).

Επίσης εισάγει την έννοια της ευρωπαϊκής ιθαγένειας, ενισχύει τις αρμοδιότητες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και εγκαινιάζει την Οικονομική και Νομισματική Ένωση (ΟΝΕ). Με τη Συνθήκη αυτή, η ΕΟΚ μετονομάζεται σε Ευρωπαϊκή Κοινότητα (ΕΚ).

Ενιαία Ευρωπαϊκή Αγορά

Από τη σύλληψη της ιδέας της Ένωσης ήδη, φιλοδοξία ήταν να δημιουργηθεί μια  ενιαία αγορά. Με μια σειρά μεταρρυθμίσεων, που κορυφώθηκε το 1993, τα κράτη-μέλη πέτυχαν την κατάργηση εκατοντάδων τεχνικών, νομικών και γραφειοκρατικών κωλυμάτων που παρεμπόδιζαν το ελεύθερο εμπόριο και την ελεύθερη διακίνηση στην Ευρώπη, κι έτσι το όραμα μιας Ενιαίας Ευρωπαϊκής Αγοράς[en] έγινε πραγματικότητα.

Ακρογωνιαίοι λίθοι της ενιαίας αγοράς θεωρούνται οι λεγόμενες “τέσσερις ελευθερίες” –η ελεύθερη διακίνηση ανθρώπων, αγαθών, υπηρεσιών και κεφαλαίου. Τούτο σημαίνει κατάργηση των εμποδίων και απλοποίηση των υπαρχόντων κανόνων για τη διευκόλυνση όλων των πολιτών της Ένωσης ώστε να επωφεληθούν κατά το μέγιστο των δυνατοτήτων που τους προσφέρονται.

Στη διάρκεια των χρόνων, η ενιαία αγορά βοήθησε στη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας και την ενίσχυση της συνολικής ευημερίας στην ΕΕ. Εξασφάλισε στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις απρόσκοπτη πρόσβαση σε μια αγορά 500 εκατομμυρίων ανθρώπων προσφέροντας μεγαλύτερη ποικιλία και καλύτερες τιμές στους Ευρωπαίους καταναλωτές.

Η Συνθήκη του Σένγκεν

Στις 26 Μαρτίου 1995, η  Συνθήκη του Σένγκεν τίθεται σε ισχύ σε επτά κράτη-μέλη της ΕΕ (Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία και Πορτογαλία). Οι συμβαλλόμενες χώρες κατάργησαν με τη συμφωνία αυτή τα μεταξύ τους σύνορα, αντικαθιστώντας τα με ενιαία εξωτερικά σύνορα. Στον χώρο αυτό, που είναι γνωστός ως «χώρος Σένγκεν», ισχύουν κοινοί κανόνες και διαδικασίες σε σχέση με θεωρήσεις εισόδου για σύντομη παραμονή, αιτήματα ασύλου και συνοριακούς ελέγχους.

Ταυτόχρονα, για την εγγύηση της ασφάλειας εντός του χώρου Σένγκεν, ενισχύθηκαν η συνεργασία και ο συντονισμός μεταξύ των αστυνομικών και των δικαστικών Αρχών. Η συνεργασία Σένγκεν ενσωματώθηκε στο δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) με τη συνθήκη του Άμστερνταμ, το 1997.

Η Συνθήκη του Άμστερνταμ

Η Συνθήκη του Άμστερνταμ, η οποία υπογράφηκε στις 17 Ιουνίου 1997, αποσκοπούσε στη μεταρρύθμιση των θεσμών της ΕΕ εν είδει προετοιμασίας για την εισδοχή μελλοντικών κρατών-μελών.  Γενικός σκοπός ήταν να αποκτήσει η Ευρώπη ισχυρότερη φωνή στον κόσμο και να αυξηθεί η κατανομή πόρων για την εργασία και τα δικαιώματα των πολιτών.

Μεταξύ των βασικών αλλαγών συγκαταλέγεται η τροποποίηση, εκ νέου αρίθμηση και κωδικοποίηση των συνθηκών ΕΕ και ΕΟΚ, ενώ παράλληλα ενισχύεται η διαδικασία συναπόφασης, που προωθεί περισσότερη διαφάνεια στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.

Η Συνθήκη της Νίκαιας

Η Συνθήκη της Νίκαιας, που υπογράφηκε στις 26 Φεβρουαρίου 2001, άνοιξε το δρόμο για τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις που απαιτούνταν για τη διεύρυνση της ΕΕ με την προσχώρηση κρατών της νοτιοανατολικής Ευρώπης.

Οι κυριότερες αλλαγές που εισάγει σχετίζονται με τον περιορισμό του εύρους και της σύνθεσης της Επιτροπής, την επέκταση της ειδικής πλειοψηφίας, τη στάθμιση των ψήφων στο Συμβούλιο Υπουργών και την απλούστευση του μηχανισμού της ενισχυμένης συνεργασίας.

Η Συνθήκη της Λισσαβώνας

Η Συνθήκη της Λισσαβώνας, η οποία υπογράφηκε στις 13 Δεκεμβρίου 2007,  προάγει το δημοκρατικό χαρακτήρα, την αποτελεσματικότητα και τη διαφάνεια στην ΕΕ ώστε η Ένωση να αντιμετωπίσει επιτυχώς τις παγκόσμιες προκλήσεις του 21ου αιώνα, όπως λ.χ. η κλιματική αλλαγή, η ασφάλεια και η αειφόρος ανάπτυξη. Ενισχύει τη δημοκρατική διάσταση της ΕΕ και την ικανότητα προώθησης των συμφερόντων των πολιτών της στην καθημερινότητά τους.

Τούτο επιτυγχάνεται με την ενίσχυση των εξουσιών του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, την ενδυνάμωση του ρόλου των εθνικών κοινοβουλίων, και την παροχή στους πολίτες του δικαιώματος να αιτούνται προτάσεις απευθείας στην Επιτροπή.  Με τη Συνθήκη της Λισσαβώνας απλοποιείται και ενισχύεται η διαδικασία λήψης αποφάσεων με εξορθολογισμό των διαδικασιών και κανόνες ψηφοφορίας, και τον ορισμό μόνιμου Προέδρου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου.  Επίσης ενισχύεται η ευρωπαϊκή εξωτερική πολιτική με τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Υπηρεσίας Εξωτερικής Δράσης και του αξιώματος του Ύπατου Εκπροσώπου που ομιλεί και ενεργεί για λογαριασμό της ΕΕ. Τέλος, ενσωματώνεται στο ευρωπαϊκό δίκαιο ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων.

Διεύρυνση

Η ΕΕ αποτελεί μοναδική οικονομική και πολιτική εταιρική σχέση μεταξύ 28 ευρωπαϊκών κρατών που καλύπτουν μεγάλο τμήμα της ευρωπαϊκής ηπείρου. Το 1951, έξι κράτη ίδρυσαν την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα. Εξήντα τρία χρόνια αργότερα, άλλα 22 κράτη έχουν προσχωρήσει στην ΕΕ[en], δέκα εξ αυτών στην ιστορική διεύρυνση του 2004 που σηματοδότησε και την επανένωση της Ευρώπης ύστερα από δεκαετίες διαίρεσης.

1951: Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία
1973: Δανία, Ηνωμένο Βασίλειο και Ιρλανδία
1981: Ελλάδα
1986: Ισπανία και Πορτογαλία
1995: Αυστρία, Σουηδία και Φινλανδία
2004: Εσθονία, Κύπρος, Λεττονία, Λιθουανία, Μάλτα, Ουγγαρία, Πολωνία, Σλοβακία, Σλοβενία και Τσεχική Δημοκρατία,.
2007: Βουλγαρία και Ρουμανία
2013: Κροατία

Η Ισλανδία, το Μαυροβούνιο, η πΓΔΜ, η Σερβία και η Τουρκία έχουν αποκτήσει το καθεστώς υποψήφιας χώρας. Επίσης η Αλβανία, η Βοσνία Ερζεγοβίνη και το Κοσσυφοπέδιο (δυνάμει της αρ. 1244/1999 απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών) είναι δυνάμει υποψήφια μέλη.

Προτού μια υποψήφια χώρα προσχωρήσει στην ΕΕ, οφείλει να εφαρμόσει την ισχύουσα ευρωπαϊκή νομοθεσία και να πληροί τα ευρωπαϊκά κριτήρια δημοκρατίας, δικαιοσύνης και ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ακόμη, η υποψήφια χώρα οφείλει να διαθέτει λειτουργούσα οικονομία της αγοράς. Καθώς οι απαιτήσεις είναι υψηλές, οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις είναι δυνατόν να διαρκέσουν αρκετά χρόνια.

To ευρώ

Η δημιουργία του ευρώ το 1999, αρχικά ως εικονικού νομίσματος, αποτελεί εξαιρετικά σημαντικό βήμα στην κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης καθώς και ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα της Ένωσης: περίπου 330 εκατομμύρια Ευρωπαίοι πολίτες το χρησιμοποιούν σήμερα ως επίσημο νόμισμά τους και απολαμβάνουν τα οφέλη του, που επεκτείνονται ακόμη περισσότερο καθώς και νέα κράτη-μέλη υιοθετούν το ενιαίο νόμισμα.

Από την 1η Ιανουαρίου 2002 το ευρώ κυκλοφορεί σε χαρτονομίσματα και κέρματα. Τα νομίσματα αυτά διακινούνται ελεύθερα όλα σε ολόκληρη την έκταση της «Ευρωζώνης» που απαρτίζεται από τα κράτη-μέλη της ΕΕ τα οποία έχουν υιοθετήσει το ευρώ ως κοινό νόμισμά τους. Σήμερα η «Ευρωζώνη» αποτελείται από 17 κράτη-μέλη.

1999: Αυστρία, Βέλγιο, Γαλλία, Γερμανία, Ιρλανδία, Ισπανία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Πορτογαλία και Φινλανδία
2001: Ελλάδα
2002: Πρώτη κυκλοφορία χαρτονομισμάτων και κερμάτων του ευρώ
2007: Σλοβενία
2008: Κύπρος, Μάλτα
2009: Σλοβακία
2011: Εσθονία

Από την 1.1.2014 η Λεττονία θα αποτελέσει το 18ο κράτος-μέλος της Ευρωζώνης.

Προκειμένου να υιοθετήσουν το ευρώ, τα κράτη-μέλη οφείλουν να πληρούν τους όρους που αφορούν σε επιτόκια, δημοσιονομικό έλλειμμα, πληθωρισμό, δημόσιο χρέος και νομισματική σταθερότητα. Την κυκλοφορία του ευρώ καθορίζει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Κύριος στόχος της είναι η διασφάλιση της σταθερότητας των τιμών στην «Ευρωζώνη» ακολουθώντας την κατάλληλη νομισματική πολιτική.

Οικονομική διακυβέρνηση και  χρηματοδοτική βοήθεια στην ΕΕ

Τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν συμφωνήσει σε μια σειρά σημαντικών ζητημάτων με στόχο την προώθηση οικονομικού και δημοσιονομικού συντονισμού της ΕΕ ως συνόλου αλλά και της Ευρωζώνης ειδικότερα.

 

 

Επιπλέον, προκειμένου να ανταποκριθούν στην άνευ προηγουμένου οικονομική κρίση, τα κράτη-μέλη της ΕΕ και της Ευρωζώνης ανέλαβαν συστηματική και σταθερή δράση ιδρύοντας μηχανισμούς χρηματοδοτικής βοήθειας ικανούς να υποστηρίζουν τα κράτη-μέλη που αντιμετωπίζουν δυσκολίες, και διαφυλάσσοντας με τον τρόπο αυτό τη χρηματοοικονομική σταθερότητα τόσο της ΕΕ όσο και της Ευρωζώνης.